· 

ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΟΓΙΑΝΝΑΚΗ: Μετατρέπει τα «σκουπίδια» σε υπέροχα έργα τέχνης.

Την Μαρία Καλογιαννάκη τη γνώρισα στα τέλη του 2013, όταν πρωτοήρθα για να εγκατασταθώ μόνιμα στον Σκινιά. Μου ήταν σχεδόν αδύνατο να πιστέψω πώς σε ένα τόσο μικρό χωριό στην ενδοχώρα του ν. Ηρακλείου ζούσε και κυρίως δημιουργούσε, μια καλλιτέχνης με τόση φαντασία και δημιουργικότητα.

Πάντα σκεφτόμουνα, μέχρι και τώρα που γράφω αυτές τις αράδες «Αυτό το κορίτσι δεν έπρεπε να είναι εδώ… Έπρεπε να είναι στην πόλη, ή στο εξωτερικό και το ταλέντο της θα είχε σίγουρα αναγνωριστεί»

 

Πριν λίγες μέρες τη συνάντησα στο εργαστήρι της και είχαμε μια πολύ ζεστή συζήτηση γύρω από το έργα της, τη ζωή και την πορεία της… πάντα παθιασμένη με την Τέχνη, δεν σταματά ποτέ να δημιουργεί και να δίνει ζωή σε ό,τι εμείς δεν χρειαζόμαστε και πετάμε, στα «σκουπίδια» μας ή σε υλικά που βρίσκει στη φύση… σε συνδυασμό με τα χρώματα, στο εργαστήρι της, στο σπίτι της ή στις εκθέσεις της απλώς μαγεύεσαι…

 

-Μαρία, πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με την τέχνη;

 

«Δεν ξεκίνησα. Μάλλον γεννήθηκα έχοντας την τέχνη μέσα μου. Ήρθε φυσιολογικά και αβίαστα όταν από μικρό παιδί, ζητούσα επίμονα για δώρο χρώματα, πινέλα και ακουαρέλες. Όταν έβλεπα παλιά υλικά πάντοτε τους έδινα με τη φαντασία μου διάφορα σχήματα. Αν και στα αρχικά μου σχέδια ήταν η φοίτησή μου στη Σχολή Καλών Τεχνών με πρόλαβε ο έρωτας, η δημιουργία οικογένειας, το μεγάλωμα των παιδιών μου. Αλλά δεν τα παράτησα. Τελειώνοντας την σχολή σχεδίου Διώνη και κατόπιν μια σχολή αγιογραφίας, ένιωθα ότι ήθελα κάτι περισσότερο και έτσι άρχισα να παρακολουθώ επιλεκτικά διάφορα επιμορφωτικά πάνω στο αντικείμενο σεμινάρια στην Αθήνα. Πριν λίγα χρόνια κατάφερα να κάνω την πρώτη μου έκθεση και σιγά σιγά η Τέχνη, όπως τη βιώνω εγώ, βρήκε τις ισορροπίες της.»

 

-Από πού εμπνέεσαι;

 

«Ο τόπος μου, αυτός ο αγιασμένος τόπος, με τις θάλασσες και τα βουνά του, τις μυρωδιές και την ιστορία του έγιναν εφαλτήριο και πηγη της έμπνευσής μου!»

 

-Ποια είναι τα υλικά που χρησιμοποιείς;

 

«Μια παροιμία που ταυτίζομαι απόλυτα μαζί της λέει: τα σκουπίδια ενός ανθρώπου είναι ο θησαυρός ενός άλλου. Τα υλικά που πάντοτε μου κέντριζαν το ενδιαφέρον ήταν τα άψυχα υλικά όπως ξύλα, θαλασσόξυλα, βότσαλα, σίδερα και παλιά αντικείμενα που, ενώ για τους περισσότερους θεωρούνται άχρηστα υλικά, στα δικά μου μάτια φαντάζουν πολύτιμοι θησαυροί που κουβαλούν την ιστορία τους και περιμένουν κάποιον να την ζωντανέψει ξανά.»

 

-Πόσο δύσκολο είναι για μία καλλιτέχνη να ζει και να δημιουργεί σε μια τόσο κλειστή και μικρή κοινωνία;

 

«Θα σου απαντήσω. Όσο μικρή και κλειστή είναι η κοινωνία που ζει ένας καλλιτέχνης τόσο δυναμώνει η έμπνευση και η λαχτάρα του να περάσει πέρα από τις υπάρχουσες συντεταγμένες! Ουτως ή αλλιώς όλοι οι καλλιτέχνες έχουμε, θεωρώ, την τάση να «δραπετεύουμε» από το περιβάλλον που είμαστε, ανεξάρτητα αν αυτό είναι μια μικρή ή μια μεγαλύτερη κοινωνία. Σαφέστατα σε μια μεγαλούπολη οι προοπτικές εξέλιξης είναι μεγαλύτερες αλλά όλα έχουν να κάνουν με το πάθος και την πίστη του ανθρώπου να κυνηγήσει τα όνειρά του. Όταν θέλεις κάτι τόσο πολύ, δεν υπάρχει μικρή ή κλειστή κοινωνία, δεν υπάρχουν όρια και κατ΄επέκταση γεωγραφικά ή κοινωνικά σύνορα που μπορούν να σταθούν εμπόδιο»

 

-Πόσο σε βοηθάει η τεχνολογία στη δουλειά σου;

 

«Αν δεν υπήρχε η τεχνολογία δεν θα μπορούσα να επικοινωνήσω τη δουλειά μου με την ίδια ευκολία, θα ήταν λιγότερο εφικτό να έχω πρόσβαση σε διαδικτυακά σεμινάρια που με βοηθούν να προχωρήσω και να εξελιχθώ επαγγελματικά και φυσικά θα ήταν περιορισμένη η επικοινωνία μου με τους ανθρώπους που θέλουν να μάθουν για τα έργα μου και εγώ αντίστοιχα να εμπνευστώ από εκείνα που έχουν να μου πουν! Η τεχνολογία βοηθάει τους καλλιτέχνες να προχωράνε πέρα από τα όρια αυτού που ονομάζουμε συμβατικό ψάχνοντας νέους τρόπους έκφρασης και ενσωματώνοντας νέα και συχνά ετερόκλιτα στοιχεία στην δουλειά τους.»

 

-Θάλασσα… η μεγάλη σου αγάπη;

 

«Μπορώ να σου απαντήσω περιγράφοντας την αγάπη που για τη θάλασσα με ένα ποίημα του Γιώργου Σαραντάρη που με συγκινεί πολύ και με εκφράζει ιδιαίτερα:

Άλλοτε η θάλασσα μας είχε σηκώσει στα φτερά της

Μαζί της κατεβαίναμε στον ύπνο

Μαζί της ψαρεύαμε τα πουλιά στον αγέρα

Τις μέρες κολυμπούσαμε μέσα στις φωνές και τα χρώματα

Τα βραδιά ξαπλώναμε κάτω απ’ τα δέντρα και τα σύννεφα

Τις νύκτες ξυπνούσαμε για να τραγουδήσουμε

Ήταν τότε ο καιρός τρικυμία χαλασμός κόσμου

Και μονάχα ύστερα ησυχία

Αλλά εμείς πηγαίναμε χωρίς να μας εμποδίζει κανείς

Να σκορπάμε και να παίρνουμε χαρά

Από τους βράχους ως τα βουνά μας οδηγούσε ο Γαλαξίας

Και όταν έλειπε η θάλασσα ήταν κοντά ο θεός»